Home ΚοινωνίαΕπικαιρότητα Δυτική Ικαρία: Στη ρωγμή του χρόνου

Δυτική Ικαρία: Στη ρωγμή του χρόνου

by ikariaki.gr
133 views

Κείμενο: Ηλέκτρα Φατούρου
Φωτογραφίες: Δημήτρης Κλεάνθης

Του Ικάρου, του πανηγυριού, της αϋπνίας. Των «γκρούβαλων», της μακροζωίας, του χαλαρού ρυθμού. Ημεράδα, αγριάδα και σκόνη στην αγκαλιά του Αιγαίου· απ’ τον ουρανό ριγμένη, στο πιο φουρτουνιασμένο πέλαγος, λάμπει η Ικαρία.

Στον Χριστό οι μεταμεσονύκτιες ώρες θεωρούνται «νωρίς ακόμα

Ένα βουνό στη θάλασσα. Έτσι να τη φαντάζεσαι γιατί έτσι μοιάζει. Σε κάποιους περισσότερο γνωστή για τους χαλαρούς της ρυθμούς, τα μνημειώδη πανηγύρια, για το μυστικό συστατικό της μακροζωίας που μόνο οι γηραιότεροι ξέρουν να σου πουν. Τη λατρεύεις ή όχι την Ικαρία – είναι απ’ αυτά τα μέρη.

Ο,τι κι αν έχεις ακούσει όμως, λίγες μέρες κοντά της και όλα τα χιλιοειπωμένα έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Το νησί αποπνέει τη δική του ενέργεια, σε πλημμυρίζει, σε προτρέπει να φτιάξεις τα δικά σου απόλυτα. Κατ’ αρχάς αναγνωρίζεις το μέγα σου λάθος. Πόσο λίγα γνώριζες. Πόσο την είχες υποτιμήσει. Οι εναλλαγές του τοπίου μαγεύουν. Τα τρεχούμενα νερά είναι τόσο πολλά, ρέουν ακατάπαυστα, χαράζουν πορεία σε ακατέργαστα φαράγγια, πνιγμένα στις λιβελούλες και τις καλομοίρες –τις νεράιδες που κατηγορείς πως σου κλέψαν’ τη μιλιά.

Μονόχωρα σπιτάκια γίνονται τα όποια ανοίγματα στους λούρους (στο δρόμο για Λαγκάδα)

Πώς να ξεχάσεις την αγριάδα των οροπεδίων του Αθέρα -την υπέρογκη ραχοκοκαλιά που τη διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη-, ή τους λούρους· τους απόκοσμους, ουρανοκατέβατους γρανιτένιους βράχους που σμιλεύουν το χάρτη της δυτικής πλευράς; Tη σκόνη και το χώμα που σου φράζουν τον λαιμό, εκτείνονται για χιλιόμετρα, μετά τον Χριστό Ραχών σε καταπίνουν, βάφουν στο χρώμα της γης το αλλοπρόσαλλα σεληνιακό τοπίο.

Ανοίγεις και κλείνεις ποριές για να περάσεις, κρατάς μακριά τα ζώα, όπως κάνουν οι σκύλοι (οι δεμένοι, ταλαίπωροι φύλακες) που αλαλάζουν μυρίζοντάς σε, στην άκρη του δρόμου. Κι αν το κάνεις μια φορά, θα το θυμάσαι· πώς είναι να επιστρέφεις μόνος στο πυκνό σκοτάδι, τα μάτια απ’ τα κατσίκια μονάχα να γυαλίζουν στα φώτα, εκεί που δεν κυκλοφορεί ψυχή. Όταν εκατομμύρια αστέρια σε κοιτάνε, και γύρω σου –δεν τα βλέπεις, μα το ξέρεις– σε κυκλώνουν τα αντιπειρατικά καριώτικα σπίτια, καμουφλαρισμένα απ’ την πέτρα και τη νύχτα, αδιόρατα απ’ τα μάτια φίλων και εχθρών.

Αρχοντικό στον Εύδηλο ή αλλιώς μπαλκόνι στο Ικάριο πέλαγος

Μυστήριο νησί, μοναδικών εικόνων, αριστερών καταβολών από φύσης του. Και του πάει. Ενα «viva la resistance» αναλογίζεσαι στο Φύτεμα, την κόκκινη μπογιά του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ να χρωματίζει τα όποια ντουβάρια, ένα κάρο αντιεξουσιαστικά συνθήματα στον δρόμο παρακάτω, παραπάνω, οπουδήποτε. Παλιά ήταν όλο καταπράσινο, πευκόφυτο, όλη του η ύπαρξη ένα αδιαπέραστο δάσος.

Φυσική κρυψώνα που λένε· ως τέτοια χρησιμοποιούνταν πάντοτε – και ως τόπος εξορίας. Από το Βυζάντιο ακόμα (το μαρτυρούν οι σωζόμενοι μεσαιωνικοί οικισμοί) ως τον Εμφύλιο, οπότε οι πολιτικοί εξόριστοι έβαλαν σε δρόμους και χωριά το δικό τους (καταναγκαστικό) λιθαράκι. Οι κάτοικοι τους δέχτηκαν, όπως κάνουν με όλους, όπως έκαναν πάντα – έμαθαν να ζουν με την ιδεολογία με την οποία μπολιάστηκαν, διαμόρφωσαν την κουλτούρα τους βάσει (και) αυτής της ιδιαιτερότητας.

1.200μ. η μεγαλύτερη ευθεία – σ’ το είπαν. Υπερβολή ή όχι, μετά από τόσες στροφές, ακριβές σου ακούγεται. Το οδικό δίκτυο θεωρείται κακό κατά γενική ομολογία. Και η συγκοινωνία κακή, και η σηματοδότηση και η σύνδεση των οικισμών, όλα. Πριν τους «αμαξωτούς», οι ντόπιοι έκοβαν δρόμο απ’ τα μονοπάτια. Κάπως τη γλίτωναν. Τα καθάρισαν τα περισσότερα, τα περπατούν τώρα, κάθε καλοκαίρι οι φυσιολάτρες.

Πάντως, πέραν των πεζοπορικών διαδρομών, αν δεν βασίζεσαι στην 4κίνηση, είσαι καταδικασμένος να περιοριστείς (όσο και να μην το θέλεις) στα τουριστικά της κομμάτια. Κοινώς δεν θα δεις τίποτα. Τίποτα απ’ το κομμάτι που σε αφήνει έκθαμβο. Που σε αποστομώνει. Που θα σε κάνει να επιστρέψεις, όσο και να μην το είχες στο πρόγραμμα.

Η Ικαρία θέλει ψάξιμο, δίψα για ανακάλυψη, κόπο. Πρέπει να έχεις τη δύναμη να ρωτάς, να επιμένεις, ή απλά να ακολουθείς τη ροή, να νιώθεις τυχερός και με ένα μαγικό τρόπο σου αποκαλύπτονται όλα. Έτσι μόνο ξεπερνάς τα εμπόδια. Και ως επιβράβευση, όπου κι αν φτάνεις, το θέαμα το αξίζει. Άσε που (και λόγω ανάγκης) γνωρίζεις κι ανθρώπους. Νέους και γέρους, πάντα πρόθυμους να σε βοηθήσουν, να σε φορτώσουν στο αμάξι, να σου υποδείξουν τον δρόμο, να σε μεταφέρουν, αν χρειαστεί, όπου κι αν το ζητήσεις.

Η Αγία Ειρήνη στον Κάμπο, ένα από τα σημαντικότερα μεσοβυζαντινά μνημεία της Ικαρίας

Είσαι άλλωστε στον τόπο όπου το οτοστόπ δεν είναι ούτε φόβος ούτε ντροπή. Είναι τρόπος μετακίνησης. Όλοι το κάνουν, ντόπιοι – τουρίστες. Κανείς δεν υπολογίζει στη (σχεδόν ανύπαρκτη) γραμμή λεωφορείων, ό,τι κάνεις, το κάνεις μόνος σου. Τι κι αν αργήσεις λιγάκι; Όποιος σε περιμένει, το ξέρει: αργά ή γρήγορα -πάντα ικαριώτικα- δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα φτάσεις.

Ο Αρμενιστής, ο Νας και οι γκρούβαλοι
Εύδηλος: το ευδιάκριτο -το λέει και το όνομα- ΒΔ λιμάνι. Η αφετηρία· με τα παραδοσιακά αρχοντικά να αγκαλιάζουν την αποβάθρα, με τα μπαλκόνια τα στραμμένα στη θάλασσα, με τα παραταγμένα καφέ να αδειάζουν και γεμίζουν σε ανύποπτο χρόνο κάθε φορά που σφυρίζει το βαπόρι. Αν και στην κεντρικότερη διασταύρωση, ένας ο δρόμος που θα πάρεις. Δυτικά· και ολοένα θα συνεχίζεις.

Το παρεκκλήσι της Θεοσκέπαστης στη Μονή Οσίας Θεοκτίστης,

σφηνωμένο κάτω από έναν πελώριο βράχο

Απ’ τον Κάμπο της αρχαίας Οινόης (ή Δολίχης) μέχρι τον Αρμενιστή και τον Να, τις Ράχες και τον Χριστό και από ‘κεί στο χωμάτινο τερέν της Λαγκάδας -το βασίλειο της σκόνης- έως το Καρκινάγρι και το τέλος του κόσμου (και του δρόμου), το μικροσκοπικό Τραπάλου. Τα καφενεδάκια στην άκρη του δρόμου προλογίζουν τα όσα (τσιμπούσια, μεθύσια και λοιπές ατασθαλίες) ακολουθήσουν -και μαζί τους, την αρχαιολογική συλλογή Κάμπου.

Πλάι στο βυζαντινό εκκλησάκι της Αγίας Ειρήνης ξεκινά και το μονοπάτι που οδηγεί στα ερείπια του Ωδείου, κολλητά στα σπίτια που το ‘χουν πνίξει απ’ τη μια του μεριά. Για κάμπο μη φανταστείς τίποτε μεγάλο, μα ήταν ανέκαθεν φημισμένος για τα αμπέλια του. Τον Πράμνιο Οίνο, το περίφημο ερυθρό κρασί της εποχής του Ομήρου που διακινούταν, κάποτε, σε όλο το Βόρειο Αιγαίο.

Στο Αυλάκι οι ψαρόβαρκες χορεύουν. Ο άνεμος πάντα είχε για αγαπημένη του τη βόρεια πλευρά. Τα πεύκα και τα κύματα στρώνουν τον δρόμο έως το Γιαλισκάρι με τα υπερυψωμένα ταβερνάκια, το αλιευτικό καταφύγιο και το πολυφωτογραφημένο γαλαζόλευκο εκκλησάκι της Ανάληψης.

Ξεχωρίζει απ’ όλες τις μεριές, σε όλες τις καρτ ποστάλ, ενώ αν σταθείς στα βράχια, αντικρίζεις κατάματα και τη γειτονική Μεσακτή. Γλυκά και αλμυρά νερά σε μια αιώνια διαμάχη, καλαμιές και άμμος στην αγκαλιά της δημοφιλέστερης πλαζ της διαδρομής. Ο ποταμός Μύρσωνας τελειώνει το ταξίδι του στο ομώνυμο φαράγγι, σχηματίζει λίμνες, σχεδόν αγγίζει τον ανοιχτό ορίζοντα.

Και ναι, μεγάλη φαίνεται, μα δες την και τον Αύγουστο, που δεν πέφτει καρφίτσα, που στριμώχνεσαι όπως όπως όπου βρεις, που αλήθεια, δεν το απολαμβάνεις και τόσο, που κολυμπάς παρέα με τους σέρφερ στα γεμάτα υπόγεια ρεύματα νερά. Είναι όμως η ιδανική λύση. Ακουμπιστή σχεδόν στο «δίδυμο» Λιβάδι (σ’ αυτό εκβάλει ο Χάρακας) και το κυριότερο: σε απόσταση βολής απ’ τον Αρμενιστή.

Από το μεγαλύτερα στο Αιγαίο το Φαράγγι της Χάλαρης. Εδώ, μια από τις φαντασμαγορικές

εικόνες που επιφυλάσσει η εφτάωρη πεζοπορική κατάβαση

Το επίνειο των Ραχών είναι το πιο τουριστικό θέρετρο της Ικαρίας. Δεν έχει σημασία που τον χειμώνα ερημώνει· όταν ο ήλιος σιγοκαίει, γλυκαίνεσαι τόσο στον σκιερό του εξώστη – με θέα τη θάλασσα να λαμπυρίζει, στο πρώτο φως, στο δεύτερο, αν μπορούσες (και αν δεν ήξερες τι χάνεις) θα έμενες για πάντα εκεί. Ωραίοι και οι μικρόκοσμοι… Τα περπατήματα, οι κοντινές παραλίες, το καράβι που πουλάει βιβλία, ο «Μύθος» που σε κερνάει ιδέες για εξόρμηση βουτηγμένες σε σφηνάκια καραμέλα.

Απ’ τον Αρμενιστή, η άσφαλτος διακλαδίζεται για ελάχιστα ακόμα χιλιόμετρα (ό,τι πάτησες πάτησες) – έως τον Χριστό και τον Να. Ο μεν πρώτος είναι το γνωστότερο -και διάσημο για τα αντίστροφα ωράριά του- ορεινό χωριό, ο δε Νας αποτελεί το έμβλημα του ελεύθερου κατασκηνωτή· εκεί η Ικαρία «επισημοποίησε» τη σχέση της με τους γκρούβαλους.

Πέτρα και σκόνη στο οροπέδιο Αμμούδια. Στο σταυροδρόμι όλων των μονοπατιών,

το περίφημο Σπιτάκι της Μαμής

Πόσοι γνωρίζουν ή πόσοι εκτός νησιού χρησιμοποιούν αυτήν τη λέξη; Οι Καριώτες περηφανεύονται πως είναι δικής τους σύλληψης. Πώς προέκυψε, οι μισοί δεν ξέρουν, μα οι πληροφορίες λένε πως έτσι ονομάζεται ο εν εξάλλω καταστάσει τράγος που είναι έτοιμος να ζευγαρώσει. Πίστευε και μη ερεύνα (αν προτιμάς) την περισσότερο εύηχη εκδοχή του «γκρούβι»… Γενικότερα όμως, με τον όρο αυτό εννοούν τον τουρίστα που κατασκηνώνει μέχρι να… θυμηθεί να φύγει απ’ το νησί και εκτός των άλλων, κάνει επιδρομές και στα τραπέζια που στρώνονται στα πανηγύρια όταν ο κόσμος σηκώνεται να χορέψει (!).

Κουβέντα μην πεις. Ακου μόνο: σύμφωνα με τον Ραχιώτη Δημήτρη Καρούτσο (και το υπόλοιπο παρεάκι που μάζεψες στον Αστερίξ, στον Χριστό) στην αρχή τους έλεγαν «αλάδωτους», καθώς πριν 25 χρόνια (όταν ξεκίνησε ο τουρισμός) το… συγκεκριμένο είδος εμφανίστηκε στον Να και (θέλοντας να κάνει όσο το δυνατόν οικονομικότερες διακοπές) δεν έβαζε ούτε λάδι στο φαΐ του…

Ο Μανώλης Πλάκας επιτηρεί κήπους στη Λαγκάδα

Πλέον τους παίρνει όλους η μπάλα, καθώς αναφέρεται σε «νέα παιδιά που ψιλοκαπνίζουν το τσιγαράκι τους, που δεν έχουνε φράγκα, που τη βγάζουν στα ποτάμια, στην παραλία, με το σουβλάκι, με την τυρόπιτα… ». Υπάρχει βέβαια και ο αντίποδας. «Μια εποχή καταλάβαμε ότι κάναμε και λάθος που τους αποκαλούσαμε έτσι, καθώς βρήκαμε στον Να γιατρούς, καθηγητές… Πάντως έμεινε. Μόλις δούμε άνθρωπο με μαλλιά και σακίδιο, λέμε ήρθαν οι γκρούβαλοι» συμφωνούν τα πλήθη.

Πάντως, τους το αναγνωρίζεις: ωραίο μέρος διάλεξαν. Λίγο το μυστηριακό του ναού της Ταυροπόλου Αρτέμιδος, λίγο το φημισμένο 12χλμ. φαράγγι της Χάλαρης, άλλο τόσο ο ιδανικός προσανατολισμός του (πρώτη θέση – ηλιοβασίλεμα), τι άλλο να ζητήσει ο ελεύθερος κατασκηνωτής; Ασε που κάπου πρέπει να πάει. Σε έναν τόπο που «βροντοφωνάζει» για τη δημιουργία κάμπινγκ, δεν υπάρχει ούτε ένα ούτε για δείγμα…

Επήλθαν, βέβαια, μετατροπές. Η ταυτότητα φαραγγιού και παραλίας άλλαξε – όλοι θυμούνται την καταστροφική πλημμύρα του ’10. Πάει η άπλετη σκιά, πάει η πλούσια βλάστηση. Πάνε περίπατο τα πεύκα, τα σκλήθρα, οι σημύδες, τα πλατάνια· βούτηξαν στο πέλαγος. Μεταμορφωμένο το σκηνικό, διόλου άσχημο, απλά διαφορετικό. Το βάζεις το στοίχημα, όμως: όποιος θέλει, τη βρίσκει την άκρη, δεν αλλάζουν έτσι απλά οι χρόνιες συνήθειες.

Τέρμα… Χριστού
Το κεφαλοχώρι των Ραχών επιδίδεται στη μεσημεριανή του σιέστα. Τα πάντα υπολειτουργούν. Το ‘μαθες πια -σύνηθες φαινόμενο. Τόσο σύνηθες που οι ντόπιοι έχουν χορτάσει να το συζητούν, δύσκολα τους παίρνεις κουβέντα. Γι’ αυτό θα είσαι σύντομος. Θα πεις πως όλα έγιναν από ανάγκη, καμία σχέση με την τεμπελιά και τη νωχελικότητα που ίσως φαντάστηκες.

Τα γύρω χωριά ήταν (και είναι) σκορπισμένα, ο κόσμος δούλευε στα χωράφια ολημερίς και ολονυχτίς. Βάλε και μία ώρα που ήθελαν να ‘ρθουν με τα πόδια έως τον Χριστό… Να καφενεδίσουν, να ψωνίσουν, να βρουν ένα μεροκάματο, βρε αδερφέ. Οι μαγαζάτορες πήγαν με τα νερά τους, συνήθισαν σ’ αυτό τους το τροπάρι.

Το εντυπωσιακό εσωτερικό των παλιών πέτρινων καριώτικων σπιτιών

Ε, με τον τουρισμό, ο ιδιόρρυθμος τρόπος ζωής τους έγινε μεγάλο θέμα, αλλά όπως ορθώς σου τόνισαν: «λόγω φτώχειας γίνονταν όλα». Ισχύουν βέβαια, 100%. 01.00 και ο παπάς ψωνίζει ντομάτες στο μίνι μάρκετ, ο κρεοπώλης, αν θες, σου κόβει κρέας, το φωτογραφείο του Χρήστου Μαλαχία σε περιμένει ορθάνοιχτο. Εντάξει, ο φούρνος το βράδυ κλείνει, μα οι ιστορίες αληθεύουν: ότι δηλαδή φουρνίζει, αφήνει τα ψωμιά έτοιμα και φεύγει. Παίρνεις ό,τι χρειάζεσαι εσύ, αφήνεις τα χρήματα.

Και ο ντόρος καλό τους έκανε. Ο Χριστός ξαναγέμισε νέους· 30 χρόνια πριν, μόνα τους κυκλοφορούσαν τα γερόντια. Ζωή παντού τώρα στα πλακόστρωτα, στις πλατείες, εδώ δίνονται τα μεταμεσονύχτια ραντεβού. Εδώ τοποθετείται και το πέρασμα για τις πιο δύσβατες και απόκρυφες διαδρομές του νησιού.

Μικρό (στις Καστανιές) ή μεγάλο φράγμα (στο Πέζι), η Μονή Μουντέ όπου λειτούργησε το σανατόριο των φυματικών εξόριστων, η βραχοσκέπαστη μονή της Οσίας Θεοκτίστης (ή Λεσβίας), ο Γιόφυρας, ο φυσικός βράχος που πέφτοντας γεφύρωσε τις όχθες του Μύρσωνα… Απ’ το Πέζι σκαρφαλώνεις -με ξεναγό σου τον Λευτέρη Τρικιριώτη- τους κατσικόδρομους του Αθέρα, στο οροπέδιο Αμμούδια, στην Ερίφη.  Εκεί που είσαι μόνο εσύ και οι φτέρες, εσύ και ο αέρας, εσύ και οι λούροι και οι ατέρμονες ξερολιθιές.

Το σπιτάκι της Μαμής είναι το σταυροδρόμι. Το καταφύγιο· η συνένωση όλων των μονοπατιών που κατατρέχουν το νησί. Και αν ξέρεις πού να σταθείς, πού να κοιτάξεις, θαυμάζεις την αγέρωχη κορυφογραμμή του Αθέρα, όρθιος πάνω απ’ τον Μαγγανίτη, τα ξεχνάς όλα. Αφήνεις τις φούριες σου, το μυαλό σου, όλα εκεί.

Εκεί είναι η ουσία της Ικαρίας· εκεί και στη Λαγκάδα. Στην «κιβωτό της ικαριακής επιβιώσεως», όπως αναγράφει το μνημείο της βουβής της πλατείας. Η απόλυτα αθέατη απ’ τη θάλασσα κοιλάδα χάρισε ασφαλές καταφύγιο στον πληθυσμό του 16ου αι. κατά τη μακρά «περίοδο της αφάνειας», όπου το μεγαλύτερο μέρος των ντόπιων είχε συρρικνωθεί στη δυσπρόσιτη δυτική άκρη, κατοικούσε στους ανεπανάληπτους αρχιτεκτονικά αντιπειρατικούς οικισμούς.

Θεόρατος ο Γιόφυρας, πέφτει και ενώνει τις άνυδρες (καλοκαιριάτικα) όχθες του Μύρσωνα

Τα μάτια σου να ‘χεις 14 αν θες να εντοπίσεις τα χυτά (εξαιτίας της μονόρριχτης στέγης) παραδοσιακά σπίτια -ειδικά στην όαση της Λαγκάδας. Ε τώρα αλήθεια. Πού βρέθηκε πάλι τόσο πράσινο; Μετά από τόσο χώμα δεν περίμενες πως θα συναντούσες ξανά έναν μικρό παράδεισο…

Το ρεύμα, πάλι, δεν έφτασε ποτέ του εδώ πάνω. Η γεννήτρια του Μανώλη δουλεύει μονάχα, του ενός και μοναδικού μόνιμου κάτοικου. Από το ‘89 λειτουργεί την «Όαση», το ταβερνάκι του, στη μέση του πουθενά, έχει τα γουρουνάκια του, τους κήπους του, τη μουσική του, το σκοτάδι. Χορταίνει βαβούρα μια μέρα το χρόνο, του φτάνει.

Ποτάμια εκβάλλουν στη θάλασσα σε όλη τη βόρεια ακτογραμμή. Εδώ η διάσημη παραλία της Μεσακτής

Τον 15Αυγουστο, στο διασημότερο πανηγύρι που πέρυσι συγκέντρωσε 4.500 κόσμο. 4.500 εκστασιασμένους ντόπιους και μη, που μαζεύτηκαν πλάι του απ’ όλες τις γωνιές της γης για το ολονύχτιο γλέντι με βιολί και καριώτικο χορό. Και στον απομακρυσμένο Άγιο Ισίδωρο διοργανώνουν πανηγύρι και στο Καρκινάγρι και στο Τραπάλου. Βασικά, παντού. Άλλα πιο αυθεντικά, άλλα λιγότερο, με ντόπιους όμως πάντα οργανοπαίχτες.

Χρόνο να βρεις μόνο, να δεις όσα περισσότερα γίνεται, να τα ζήσεις· το Φάρο του Πάππα να παραφυλάει τα καράβια, να δείχνει το πέρασμα στις πιο άγριες θάλασσες, τα θεόκτιστα σπίτια στις καμάρες των βράχων στα Ελληνικά, τα ηλιοβασιλέματα στην Προεσπέρα, στους Κουνιάδους… Να χορτάσει το μάτι, να ηρεμήσει το πνεύμα, να γλεντήσει το σώμα. Όλα θα τα κάνεις. Μα μη βιάζεσαι. Ένα να θυμάσαι: τον χρόνο δεν τον χάνεις, τον βρίσκεις στην Ικαρία.

thetravelbook.gr

Διαβάστε ακόμα

Ο ραδιοσταθμός της Ικαρίας με ζωντανό πρόγραμμαενημέρωσης και ψυχαγωγίας.

Editorial

απαραιτητα

©2023 ikariaki. All Right Reserved. Designed and Developed by Fekas Brothers & Digital Avenue